Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Τι έρχεται μετά την χρηματοπιστωτική κρίση




Τα αποτελέσματα.
Η κατάρρευση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος του 2008, απείλησε  την παγκόσμια οικονομία και προκάλεσε ισχυρούς κραδασμούς σε πολλές περιοχές του κόσμου που ακόμη και σήμερα, τρία χρόνια μετά, πασχίζουν να αντιμετωπίσουν τη στασιμότητα και να προλάβουν την  εξέλιξη μιας σοβαρότερης καταστρεπτικής οικονομικής κρίσης. Η πολιτική της «Συναίνεσης της Ουάσιγκτον ήταν η περιώνυμη οικονομική του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζα του 1990, με την οποία θα αναμορφωνόταν  αρχικά η Λατινική Αμερική και κατόπιν ο κόσμος ολόκληρος». Η καταστρεπτική αυτή πολιτική που προκάλεσε παγκοσμίως «Σοκ και Δέος» βρήκε ευρύ συνασπισμό προθύμων και στην Ευρώπη.

Η κρίση έπληξε με ένταση τις ΗΠΑ και μέσω του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος εξαπλώθηκε στην Ευρωζώνη, προκαλώντας μια πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά χρονικά κρίση χρέους, που λόγω εσφαλμένης αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ  προκάλεσε κρίση του Ευρώ και έπληξε με σφοδρότητα τις δημοσιονομικά ευπαθείς χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου.
Αυτό όμως που δημιούργησε  σοβαρές ανησυχίες στη περίοδο ανέλιξης της κρίσης,   ήταν οι βαρύτατες αδικίες που προκλήθηκαν  στην προσπάθεια διαχείρισής της,  σε βάρος των αδύναμων κοινωνικών κατηγοριών και στρωμάτων των κοινωνιών του Ευρωπαϊκού  Νότου, που εγκλωβίστηκαν στη δύνη της κρίσης. Το ιστορικά διαμορφωμένο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο πλήγηκε  ανεπανόρθωτα.
Τα αδύνατα μέρη των κοινωνιών, που δεν ανήκουν στους κερδισμένους από την κρίση ή τους ωφελημένους από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα,  κλήθηκαν με κοινωνικά ανάλγητες πολιτικές λιτότητας, ανεργίας και δημοσιονομικής πειθαρχίας, να πληρώσουν το λογαριασμό της προκληθείσης διαταραχής της λειτουργίας και της κερδοσκοπικής δραστηριότητας του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Αντίθετα τα πιστωτικά ιδρύματα δέχτηκαν άμεσα κρατικές ενισχύσεις έξω και πέραν του ισχύοντος νεοφιλελεύθερου υποδείγματος για να  αποφύγουν τον κίνδυνο χρεοκοπίας τους.
Πορεία προς τη διέξοδο
Οι εξελίξεις αυτές συνθέτουν ένα τεράστιο σκάνδαλο που δεν έχει να κάνει μόνο με τις αστοχίες και την ασύδοτη λειτουργία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος που προκάλεσε την κρίση, αλλά με τις ασκούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόστηκαν με αφορμή την κρίση. Οι πολιτικοί που τις διαχειρίστηκαν ενέδωσαν  με προκλητικό τρόπο στις πιέσεις των αγορών και  φόρτωσαν τα βάρη της κρίσης  στους λαούς και ιδιαίτερα στις πιο αδύναμες κοινωνικές κατηγορίες.
Η εικόνα σε όλες σχεδόν τις πολιτείες των ΗΠΑ το 2008 ήταν η ίδια. Εικόνα ερήμωσης, και μελαγχολίας, εγκαταλελειμμένα σπίτια με αναρτημένες πινακίδες κατάσχεσης στην πρόσοψή τους. Όμως στις ΗΠΑ οι δικαιολογημένες φοβίες για την κρίση και η οικονομική καταστροφή εκατομμυρίων Αμερικανών, αντισταθμίστηκαν  με την  εκλογική νίκη  του Μπαράκ Ομπάμα που, ήταν μια από τις επιτυχέστερες πολιτικές αναμετρήσεις, σε μια κρίσιμη περίοδο για τον Αμερικανικό λαό.
Στην Ευρώπη παρά τις επικοινωνιακές διακηρύξεις   των Ευρωπαϊκών ελίτ και τα  20 Συμβούλια Κορυφής της Ένωσης, οι αποσπασματικές και ανολοκλήρωτες αποφάσεις τους, που επιχείρησαν να διορθώσουν την ορατή δια γυμνού οφθαλμού  εσφαλμένη κατασκευή του νομισματικού χώρου του Ευρώ, δεν  αντιμετώπισαν τη κρίση χρέους της Ευρωζώνης. Επέτυχαν μόνο, με τους μηχανισμούς χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που δημιούργησαν και τις πολιτικές λιτότητας και δημοσιονομικής πειθαρχίας που επέβαλαν κατά απαίτηση των αγορών, τη συντήρηση των επιτοκίων δανεισμού των κρατικών ομολόγων των χώρων του Ευρωπαϊκού Νότου, σε ένα ανεκτό για τις συνθήκες της κρίσης επίπεδο.
Η κρίση χρέους της Ευρωζώνης και η κρίση κρατών που την ακολούθησε δεν αντιμετωπίζεται αν δεν υπάρξει μια ολοκληρωμένη συνεργασία στο πολιτικοοικονομικό επίπεδο, μια οικονομική διακυβέρνηση της ευρωζώνης η οποία θα συνοδευτεί με την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.  Όμως μετά την κρίση χρέους η νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κρίσης από το «γραφειοκρατικό τέρας των Βρυξελών», προκάλεσε ένα πολιτικό σοκ στα ευρύτερα εκλογικά σώματα που συνειδητοποίησαν ότι, η κρίση και ο τρόπος διαχείρισής της πλήττει με σφοδρότητα τα προσωπικά τους συμφέροντα. Οι αντιδράσεις τους ήταν ποικιλόμορφες και πάντως προκάλεσαν μια έντονη πολιτική και κοινωνική κινητικότητα, καθώς και ανατροπές στα ισχύοντα  πλαίσια πολιτικής λειτουργίας των πληγεισών από την κρίση χωρών (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία).
Οι επιπτώσεις της κρίσης στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα που μπήκε στο μάτι του κυκλώνα της κρίσης,  με δεδομένη τη διπλή και ακραία ελλειμματική δημοσιονομική κατάστασή της, με το ήδη διογκωμένο δημόσιο χρέος  στο 120% του ΑΕΠ, το δυσθεώρητο  έλλειμμα στον προϋπολογισμό της τάξης του 15% και το αντίστοιχο σε ποσοστό έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών, θεωρήθηκε ειδική περίπτωση οικονομικού ασθενούς που, χρειάζονταν ιδιαίτερη  θεραπευτική αγωγή. Αυτή ήταν η αρχική «διάγνωση» της Γερμανίας, των Βρυξελών και του ΔΝΤ, που τελικά με τη λανθασμένη πολιτική και τις παλινωδίες τους, μετέτρεψαν μια ασήμαντη, ως προς το οικονομικό μέγεθος της εθνική δημοσιονομική κρίση, σε κρίση του Ευρώ.
Οι συνέπειες στην Ελλάδα είναι πλέον γνωστές. Η χώρα εισήλθε στο θανατηφόρο σπιράλ της ύφεσης, της εσωτερικής υποτίμησης, της εκρηκτικής ανεργίας, της λιτότητας και του δανεισμού, που αναζωπυρώναν την ύφεση και προκαλούσαν νέες ανάγκες δανεισμού και νέα βύθιση της ύφεσης. Επιχείρησε δηλαδή να αντιμετωπίσει την κρίση χρέους με νέο χρέος, προκαλώντας οικονομικό αδιέξοδο και ανθρωπιστική κρίση στο εσωτερικό της.
Το ιστορικά διαμορφωμένο δικομματικό σκηνικό κατέρρευσε και στη θέση του αναδείχτηκε μια νέα ετερόκλητη τρικομματική συμμαχία που επιχειρεί να διαχειριστεί την κρίση μέσω της πολιτικής που επιβάλλεται από τους δανειστές της χώρας με την ευλογία και της Ε.Ε που, συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο εσωτερική υποτίμηση, ιδιωτικοποιήσεις, αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία για την αποπληρωμή του τεράστιου χρέους της στο άγνωστο μέλλον. Παρά τις δύο αναδιαρθρώσεις του χρέους, με τη διαγραφή του 50% με  PSI και εξαγορά ενός επί πλέον μικρού μέρους του, με εξαγορά ομολόγων και νέο δανεισμό, το χρέος θα κυμανθεί το 2022 στο 110% του ΑΕΠ, εφόσον τηρηθούν αυστηρά οι μνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας προς τους δανειστές της και εφαρμοστούν οι τυχόν διορθωτικές πολιτικές λιτότητας που θα απαιτηθούν στο εγγύς μέλλον.
Οι γενικότερες επιπτώσεις
Είναι προφανές ότι οι ευρωπαϊκοί διαχειριστές της κρίσης (Γερμανία, Βρυξέλες) έδειξαν αρχικά εγκληματική αδιαφορία στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους. Αγνόησαν τα λανθασμένα δόγματα της κατασκευής του ενιαίου νομίσματος, υποτίμησαν  την αντίδραση των πλεονασματικών χωρών του Ευρωπαϊκού Βορά που αποδέχονταν ασυγκίνητα την αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα και πίεζαν  ως διέξοδο τη δημοσιονομική εξυγίανση, τη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις, αδιαφορώντας για τα εσωτερικά προβλήματα των σπάταλων και ελλειμματικών εταίρων τους.
Ευνόησαν τελικά με τη στάση τους την κυριαρχία των επενδυτικών και κερδοσκοπικών συμφερόντων των αγορών.  Η εμμονή τους  στην εφαρμογή του εταιρικού  δικαίου της Ένωσης, με βάσει το οποίο κάθε κράτος-μέλος  οφείλει να διαχειρίζεται με τα δικά του μέτρα και μέσα την οικονομική και δημοσιονομική  πολιτική του, μπλόκαρε την κοινή δράση της Ένωσης, η οποία θα μπορούσε να είχε στηρίξει εγκαίρως την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας έναντι των κερδοσκοπικών κινήσεων που στόχευαν στη χρεοκοπία της. Προκλήθηκαν έτσι εγκληματικές καθυστερήσεις, αδιαφορία και αποσπασματικά μέτρα του Συμβουλίου Κορυφής που ανατροφοδοτούσαν την κρίση και προκαλούσαν παροξυσμό στις αγορές, οι οποίες  όξυναν με τη σειρά τους τις πιέσεις προκειμένου να προωθήσουν τα κερδοσκοπικά τους παιχνίδια.

Η τύχη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Είναι πλέον κοινό μυστικό ότι η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης βρίσκεται σε αδιέξοδο. Δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς τη διόρθωση της λειτουργίας της με:
√   Την ισχυρότερη  συμμετοχή και εκπροσώπηση των λαών της Ευρώπης.
√ Την ενίσχυση του  εκλεγμένου από τους ευρωπαίους πολίτες και συγκροτημένου από ευρωπαϊκά κόμματα Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
√  Τη θεσμική νομιμοποίηση με καθολική ευρωπαϊκή ψήφο των διοικητικών οργάνων της Ένωσης (Επιτροπή, με έγκριση του Κοινοβουλίου, Πρόεδρος του Συμβουλίου, με καθολική ψήφο).
√ Την επίλυση του σημαντικού πολιτικού ζητήματος, του κατασκευαστικού σφάλματος της νομισματικής ένωσης που οι λαοί της Ευρώπης το αντιλήφθηκαν μετά την κερδοσκοπική επίθεση των αγορών στα προσωπικά τους οικονομικά και κοινωνικά συμφέροντα.
Η ταχεία έκρηξη της κρίσης χρέους και της κρίσης του Ευρώ, έκανε εντόνως ορατή την εσφαλμένη κατασκευή ενός τεράστιου οικονομικού και νομισματικού οικοδομήματος από το οποίο λείπουν τα εργαλεία για κοινή οικονομική πολιτική. Ευρωσκεπτικιστές όπως η κ. Μέρκελ πιέστηκαν κάτω από τους έντονους συστημικούς κραδασμούς της Ένωσης, τα κύματα των οποίων ξεκίνησαν από τον Ευρωπαϊκό Νότο και έφτασαν μέχρι τη Γερμανία, να κάνουν βήματα προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης.
Όμως η ένταση μεταξύ καπιταλισμού, κάθε μορφής και της δημοκρατίας, εξακολουθεί να αποτελεί επίκαιρο πρόβλημα προς επίλυση και στην Ευρώπη, αφού οι  αγορές και πολιτική βασίζονται σε αντίθετες αρχές. Τώρα απομένει να απορριφθεί από τους ευρωπαϊκούς λαούς η λανθασμένη άποψη για το «οικονομικό σύνταγμα» που προωθούσαν μέχρι σήμερα οι αγορές και οι νεοφιλελεύθεροι υποστηριχτές τους. Μια Ομοσπονδιακή,  συνταγματικά κατοχυρωμένη Δημοκρατία της Ευρώπης, είναι προτιμότερη από τα επαίσχυντα νεοφιλελεύθερα οικονομικά  προτάγματα κάθε είδους και κάθε μορφής. Σε αυτό το στόχο πρέπει να συγκλίνουν όλες οι αριστερές και προοδευτικές κοινωνικές δυνάμεις της Ευρώπης.
Οι νέες μεγάλες προκλήσεις
Σε ένα οικονομικό χώρο με μέγεθος ηπείρου, με μεγάλο πληθυσμό και τεράστιο ζωτικό χώρο γύρω του, έχει δημιουργηθεί μια κοινή αγορά με κοινό νόμισμα, χωρίς να έχουν καθοριστεί οι αρμοδιότητες με τις οποίες θα μπορούσαν να συντονιστούν αποτελεσματικά οι οικονομικές πολιτικές των κρατών–μελών του. Η ήδη αποτυχημένη λειτουργία της τήρησης απλών κανόνων όπως, της σταθεροποίησης των κρατικών προϋπολογισμών, του έλεγχου  των ευρωπαϊκών τραπεζών και της επαναφοράς ισχνών πολιτικών ανάπτυξης, δεν αποτελούν διέξοδο, δεν είναι ικανοί να κλείσουν το χάσμα ανάπτυξης μεταξύ των κρατών–μελών της Ένωσης, δεν διευκολύνουν την Ευρώπη να αντιμετωπίσει τα μεγάλα εγχειρήματα που απασχολούν τον πλανήτη τον 21ο αιώνα. Την κλιματική αλλαγή που, μετά την αποτυχία της Διεθνούς Διάσκεψης της Doha επανέρχεται με νέα ένταση στο διεθνές προσκήνιο, τους παγκόσμιους κινδύνους από τις  διαφαινόμενες νέες κρίσεις, όπως την ενεργειακή, την διατροφική, την δημογραφική, την περιβαλλοντική, την ανάγκη ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών αγορών και την καθιέρωση μιας νέας αρχιτεκτονικής δομής του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος με πρώτο μέτρο την καθιέρωση  του φόρου Tobin στις παγκόσμιες χρηματιστηριακές συναλλαγές, την απαρέγκλιτη εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που καταστρατηγούνται προκλητικά ανά τον κόσμο.
Αν τελικά οι χώρες του Ευρώ δεν αποκτήσουν παγκόσμιο πολιτικό βάρος που θα τους επιτρέψει να ασκήσουν μια εύλογη επιρροή στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας θα καταστήσουν την Ευρώπη υποτακτικό των χρηματοπιστωτικών αγορών της Wall Street και του City σε μια επικίνδυνη και χαοτική περίοδο της πορείας της ανθρωπότητας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου